Μιχάλης Πόλυγγερ: Τα νέα μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης
Μιχάλης Πόλυγγερ: Τα νέα μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης
Το νέο εθνικό πρόγραμμα αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης επιφέρει γενικά σημαντική στήριξη στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και μια σχετική μείωση των υπέρογκων χρεώσεων των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος.
Η πραγματικότητα είναι πως η πρωτοβουλία της κυβέρνησης θα δώσει μια «ανάσα», μικρή όμως, στους φορολογούμενους πολίτες. Και αυτό διότι, αφενός θα καλύψει ένα ποσοστό μόνο των αυξήσεων των λογαριασμών και αφετέρου, τίποτα δεν εγγυάται ότι η ανοδική τάση στις τιμές δεν θα συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Επιπρόσθετα δε, ο τρόπος με τον οποίο θα χορηγηθεί αυτή η επιδότηση, δηλαδή η έγκριση της υποβολής των αιτήσεων σε μία ακόμα νέα ηλεκτρονική πλατφόρμα, πιθανολογεί την καθυστερημένη είσπραξη των ποσών της επιδότησης από τους ωφελούμενους και – κατά συνέπεια – τη δυσκολία αντιμετώπισης από μεριάς τους της ήδη υφιστάμενης κατάστασης. Δυστυχώς, είναι αρκετές οι περιπτώσεις στις οποίες υπάρχουν ελλιπή στοιχεία, νέες μισθώσεις, αλλαγή στοιχείων κατοικίας ή παροχής ρεύματος και έτσι πρέπει να αναζητηθούν οι τρόποι αποτύπωσης των ορθών στοιχείων, έτσι ώστε οι επιδοτήσεις να καταλήξουν στον πραγματικό δικαιούχο.
Το νέο εθνικό πρόγραμμα αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης επιφέρει γενικά σημαντική στήριξη στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και μια σχετική μείωση των υπέρογκων χρεώσεων των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος.
Η ενεργειακή κρίση και γενικότερα το κύμα ακρίβειας με την αύξηση του κόστους ζωής που πλήττει εδώ και μήνες, όχι μόνο τη χώρα μας αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη, καθιστά αναγκαία την οποιαδήποτε οικονομική στήριξη προς την κοινωνία και την αγορά.
Η πραγματικότητα είναι πως η πρωτοβουλία της κυβέρνησης θα δώσει μια «ανάσα», μικρή όμως, στους φορολογούμενους πολίτες. Και αυτό διότι, αφενός θα καλύψει ένα ποσοστό μόνο των αυξήσεων των λογαριασμών και αφετέρου, τίποτα δεν εγγυάται ότι η ανοδική τάση στις τιμές δεν θα συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Επιπρόσθετα δε, ο τρόπος με τον οποίο θα χορηγηθεί αυτή η επιδότηση, δηλαδή η έγκριση της υποβολής των αιτήσεων σε μία ακόμα νέα ηλεκτρονική πλατφόρμα, πιθανολογεί την καθυστερημένη είσπραξη των ποσών της επιδότησης από τους ωφελούμενους και – κατά συνέπεια – τη δυσκολία αντιμετώπισης από μεριάς τους της ήδη υφιστάμενης κατάστασης. Δυστυχώς, είναι αρκετές οι περιπτώσεις στις οποίες υπάρχουν ελλιπή στοιχεία, νέες μισθώσεις, αλλαγή στοιχείων κατοικίας ή παροχής ρεύματος και έτσι πρέπει να αναζητηθούν οι τρόποι αποτύπωσης των ορθών στοιχείων, έτσι ώστε οι επιδοτήσεις να καταλήξουν στον πραγματικό δικαιούχο.
Κατά συνέπεια, ελλοχεύει ο φόβος ότι τα μέτρα, αν και υψηλού δημοσιονομικού κόστους, μπορεί να καταλήξουν να είναι μία πολύ μικρή βοήθεια στον μεγάλο και ανυπέρβλητο κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι πολίτες αυτής της χώρας.
Επίσης, είναι προφανές ότι καμία Ευρωπαϊκή χώρα – και μάλιστα τέτοια όπως η Ελλάδα – με δομικά προβλήματα στην εθνική της οικονομία που έχουν προέλθει από χρόνιες περιόδους δημοσιονομικών ελλειμμάτων και χρεών, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει από μόνη της μία τέτοιου μεγέθους οικονομική κρίση.
Η άμβλυνση αυτής της κατάστασης θα μπορούσε δυνητικά να συμβεί μόνο με κοινές ευρωπαϊκές πρακτικές.
Χωρίς να παραγνωρίζουμε τη θετικότητα των μέτρων της Πολιτείας, είναι σαφές ότι οι δυσκολίες είναι αυξημένες και υπερβαίνουν τις δυνατότητες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και η πρόβλεψη είναι ότι αυτές θα συνεχίσουν να αυξάνονται με αποτέλεσμα να καθίσταται αναγκαία μία συνεχής στήριξη, η οποία είναι δύσκολο να προβλεφθεί αν θα μπορεί να παρέχεται στο διηνεκές. Κανείς δεν γνωρίζει πότε το φαινόμενο αυτό θα έρθει σε υφεσιακή φάση ή θα τελειώσει.
Άρα τα οποιαδήποτε προγράμματα, παρά τη θετική τους επίδραση, δεν θα έχουν την επιθυμητή αποτελεσματικότητα προς την κοινωνία.
Για δε τις επιχειρήσεις, που είναι οι στυλοβάτες και παραγωγοί του εθνικού εισοδήματος, τα μέτρα αυτά είναι μικρότερης αξίας και μόχλευσης σε αντίθεση με εκείνα που δυνητικά θα μπορούσαν να ληφθούν ως μέτρα ανάπτυξης και διαρκούς αναβάθμισής τους, όπως η μείωση των έμμεσων φόρων, του μη μισθολογικού κόστους, των φορολογικών συντελεστών, κλπ., που θα απέδιδαν και υψηλότερους φόρους – έσοδα στο κρατικό ταμείο και αύξηση του συνολικού παραγόμενου εθνικού προϊόντος και αύξηση και αναβάθμιση θέσεων εργασίας με πολλαπλά ωφελήματα για το Κράτος μέσω του οικονομικού κύκλου.
Δηλαδή, ενώ οι παραπάνω ενέργειες κρίνονται θετικές, δεν επιφέρουν την ίδια ανταποδοτικότητα σε σχέση με περισσότερο δομικά και μόνιμα μέτρα ελάφρυνσης φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών.
Συμπερασματικά, υπάρχει μία λεπτή ισορροπία που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να διαταραχθεί.
Η Πολιτεία πρέπει να αντιληφθεί ότι η κοινωνία πρέπει να μείνει όρθια και οι επιχειρήσεις βιώσιμες και να συνδράμει με τον οποιονδήποτε τρόπο στη κατεύθυνση αυτή, η δε κοινωνία και ο επιχειρηματικός κόσμος να αντιληφθούν ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θιγεί η δημοσιονομική ικανότητα της χώρας, ώστε να εξασφαλίζεται σε κάθε περίπτωση η πιστοληπτική της δυνατότητα και να αποφεύγονται τακτικές του παρελθόντος που επέφεραν δυσβάστακτες επιβαρύνσεις, που δυνητικά υποθηκεύουν το μέλλον και την εξέλιξη της πατρίδας.
*Μιχάλης Πόλυγγερ, Οικονομολόγος, Λογιστής-Φοροτεχνικός, Πρόεδρος Λογιστικού Συλλόγου Αθηνών