Εκκαθαριστικό σημείωμα μισθοδοσίας
Πέτρος Γ. Ραπανάκης
Οικονομολόγος πτυχιούχος Πανεπιστημίου Πειραιά - Σύμβουλος επιχειρήσεων σε θέματα εργατικής νομοθεσίας & ανθρώπινου δυναμικού , Συγγραφέας
- Νομοθετικό πλαίσιο
- Αναγραφή στο εκκαθαριστικό σημείωμα των πάσης φύσεως αποδοχών
- Χορήγηση εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών στους αμειβόμενους κατ’ αποκοπήν
- Αναλυτική αναγραφή στο εκκαθαριστικό σημείωμα των πρόσθετων αποδοχών για υπερεργασία , υπερωρία, εργασία τις Κυριακές , τη νύχτα, εκτός έδρας κλπ
- Ηλεκτρονική μορφή μηνιαίου Εκκαθαριστικού Σημειώματος
- Ο έλεγχος της Επιθεώρησης Εργασίας. Κυρώσεις σε παραβάτες εργοδότες
- Έγγραφη δήλωση εργαζόμενου πως έχει λάβει όλες τις νόμιμες απαιτήσεις του και δεν διατηρεί καμία αξίωση κατά της επιχείρησης
- Τα εκκαθαριστικά σημειώματα μισθοδοσίας των εργαζόμενων που αμείβονται με το νόμιμο νομοθετημένο κατώτατο μισθό
- Χορήγηση αποδοχών υπέρτερων των νομίμων και αποτύπωση τους στο εκκαθαριστικό σημείωμα.
- Υποχρεώσεις εργοδοτών
- Χρόνος διατήρησης εκκαθαριστικών σημειωμάτων
- Υποχρεωτική καταβολή αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, μέσω τραπεζικού λογαριασμού.
- Έκπτωση δαπανών μισθοδοσίας με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής
- Ξεχωριστή καταβολή κάθε μισθολογικής περιόδου στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών με αναγραφή αιτιολογίας
- Νομοθετικό πλαίσιο
Τα φυσικά πρόσωπα ή τα ΝΠΙΔ υποχρεούνται όπως, κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού τους, χορηγούν εκκαθαριστικό σημείωμα ή, σε περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος, ανάλυση μισθοδοσίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 18 του Ν.1082/1980, καθώς και στην παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν.1469/1984. Και στις δύο περιπτώσεις πρέπει να απεικονίζονται αναλυτικά οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού, καθώς και οι επ’ αυτών γενόμενες κρατήσεις.
Ειδικότερα , στο άρθρο 18 παρ.1, του Ν. 1082/1980 όπως αντικαταστάθηκε με την περ.1, της υποπαραγράφου ΙΑ5 του άρθρου 1ου του Ν.4254/2014 (ΦΕΚ 85 Α/7.4.2014) ορίζονται τα εξής:
«1. Φυσικά ή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου υποχρεούνται, κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού να χορηγούν εκκαθαριστικό σημείωμα, ή σε περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος, ανάλυση μισθοδοσίας. Οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού και οι επ’ αυτών κρατήσεις θα πρέπει να απεικονίζονται αναλυτικά. Δεν απαιτείται υπογραφή του εργαζόμενου σε αποδεικτικό χορήγησης του εκκαθαριστικού σημειώματος. Η παραβίαση της ανωτέρω υποχρέωσης του εργοδότη συνεπάγεται τις διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 24 του Ν. 3996/2011 (Α΄170), όπως ισχύει.»
Από τις ανωτέρω διατάξεις του νόμου προκύπτει υποχρέωση του εργοδότη ή του προσώπου που είναι εξουσιοδοτημένο από αυτόν – χωρίς μάλιστα προηγούμενη αίτηση του εργαζόμενου – να χορηγεί, κατά το στάδιο της εξόφλησης των αποδοχών του προσωπικού που αφορούν μια μισθολογική περίοδο, το εκκαθαριστικό σημείωμα (ή την ανάλυση μισθοδοσίας, στην περίπτωση που χρησιμοποιείται από την επιχείρηση μηχανογραφικό σύστημα), στο οποίο να εμφαίνονται αναλυτικά οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού, καθώς και οι κρατήσεις που έγιναν σ’ αυτές.
Διευκρινίζεται ότι με τις ρυθμίσεις του Ν.4254/7.4.2014 προβλέπεται ότι «Δεν απαιτείται υπογραφή του εργαζόμενου σε αποδεικτικό χορήγησης του εκκαθαριστικού σημειώματος». Από τη γραμματική διατύπωση της ανωτέρω διάταξης προκύπτει υποχρέωση του εργοδότη να χορηγεί στους εργαζόμενους εκκαθαριστικά σημειώματα, δεν απαιτείται όμως από το νόμο η ύπαρξη υπογραφής των εργαζομένων επ’ αυτών. Επισημαίνεται πάντως ότι το βάρος της απόδειξης χορήγησης του εκκαθαριστικού σημειώματος μισθοδοσίας στο μισθωτό , το φέρει ο εργοδότης.
Κατά συνέπεια το ζητούμενο εν προκειμένω είναι να υφίσταται αποδεικτικό χορήγησής του στον εργαζόμενο και όχι κατ’ ανάγκην υπογραφής του τελευταίου επί του εκκαθαριστικού σημειώματος ( π.χ. μπορεί η χορήγηση του να λαμβάνει χώρα και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) στην προσωπική διεύθυνση του κάθε εργαζόμενου).
Άρα το πλέον αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο χορήγησης του εκκαθαριστικού σημειώματος είναι είτε η υπογραφή του εργαζόμενου επ’ αυτού είτε η ηλεκτρονική αποστολή (e-mail) με την οποία να πιστοποιείται σε κάθε περίπτωση ότι το έχει παραλάβει.
Είναι προφανές ότι με τη διάταξη αυτή του νόμου πρόθεση του νομοθέτη είναι:
α) Η διασφάλιση της διαφάνειας, όσον αφορά το καθεστώς αμοιβών που ακολουθεί μια οικονομική μονάδα, για να αποφεύγονται προς τούτο οι αμφισβητήσεις, ως προς το αν οι καταβαλλόμενες στο προσωπικό αποδοχές ανταποκρίνονται ή όχι στις δικαιούμενες αξιώσεις αυτού (του προσωπικού) από την παροχή εργασίας.
β) Η ύπαρξη αποδεικτικών στοιχείων απασχόλησης, όπως εν προκειμένω μπορούν να λειτουργήσουν τα εκκαθαριστικά σημειώματα, μέσω των οποίων είναι δυνατόν να πιστοποιούνται ο χρόνος εργασίας, το είδος της εργασίας, η αμοιβή της εργασίας κ.λπ. του εργατικού δυναμικού μιας οικονομικής μονάδας, έτσι ώστε να καθίσταται ευχερής η απόδειξη των στοιχείων της απασχόλησης αυτού σε περιπτώσεις που προκύπτουν διαφορές μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις ακριβούς προσδιορισμού του χρόνου απασχόλησης του προσωπικού και της καταβολής σ’ αυτό της συμφωνημένης αμοιβής της εργασίας, καθώς και σε περιπτώσεις μη ασφάλισης ή αντικανονικής ασφάλισης προσωπικού εκ μέρους του εργοδότη κ.λπ.
γ) Η εξακρίβωση των εκάστοτε υπαγόμενων στην ασφάλιση προσώπων, του αριθμού αυτών και των καταβλητέων από τους εργοδότες εισφορών. Είναι προφανές ότι η χορήγηση στους εργαζόμενους του εκκαθαριστικού σημειώματος έχει καθιερωθεί και ως ασφαλιστική υποχρέωση.
2. Αναγραφή στο εκκαθαριστικό σημείωμα των πάσης φύσεως αποδοχών
Στο εκκαθαριστικό σημείωμα ή στην ανάλυση μισθοδοσίας πρέπει υποχρεωτικά να αναγράφονται οι πάσης φύσεως αποδοχές, δηλαδή ο βασικός μισθός, τα διάφορα επιδόματα, οι πρόσθετες συμπληρωματικές παροχές, καθώς και οι τυχόν καταβαλλόμενες προσαυξήσεις που χορηγούνται στο μισθωτό, ανεξάρτητα εάν οι αποδοχές αυτές καθορίζονται με ατομική συμφωνία ή με Σ.Σ.Ε. ή με Δ.Α.
Ειδικότερα , στο σημείωμα αυτό σύμφωνα και με το έγγραφο του Υπουργείου Εργασίας 1422/1996 «πρέπει να εμφανίζονται αναλυτικά οι διάφορες μορφές παροχών (ο βασικός μισθός, οι πρόσθετες συμπληρωματικές χορηγούμενες παροχές κ.λπ.), πράγμα το οποίο σημαίνει ότι πρέπει να εμφανίζεται ξεχωριστά η καθεμία παροχή από την άλλη και όχι να εμφανίζεται αθροιστικά το σύνολο των παροχών του προσωπικού σε μία στήλη, χωρίς περαιτέρω ανάλυση των ποσών κάθε επιμέρους παροχής. Ο όρος "πάσης φύσεως αποδοχές" περιλαμβάνει τόσο τον κυρίως μισθό, ο οποίος συνήθως ονομάζεται βασικός μισθός, όσο και τυχόν προσαυξήσεις, διάφορα επιδόματα, πρόσθετες συμπληρωματικές παροχές κ.λπ., που εξαρτώνται από προϋποθέσεις, αναγόμενες στο πρόσωπο του μισθωτού, στις συνθήκες εργασίας του, στην υπηρεσιακή του κατάσταση κ.λπ., ανεξαρτήτως αν αυτές καθορίζονται με ατομική συμφωνία, με συλλογική σύμβαση, απόφαση διαιτησίας ή υπουργική απόφαση, ενώ η φράση "δέον όπως απεικονίζονται αναλυτικώς οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού..." έχει αληθώς την έννοια, ενόψει και του υπό του νόμου επιδιωκομένου σκοπού, ότι στα εκκαθαριστικά σημειώματα πρέπει να εμφανίζονται, οπωσδήποτε κεχωρισμένα, όλες οι ανωτέρω μορφές παροχών του εργοδότη προς τον εργαζόμενο, αδιάφορα αν οι παροχές αυτές είναι, κατά συμφωνία μεγαλύτερες των νομίμων αποδοχών. Άλλωστε και ο ίδιος ο νομοθέτης δεν θέλησε να εξαιρέσει από την υποχρέωση χορηγήσεως εκκαθαριστικού σημειώματος, υπό την μορφή που επιβάλλει, τους εργοδότες που καταβάλλουν αποδοχές υψηλότερες των νομίμων. Αν κάτι τέτοιο ήθελε, θα το όριζε ρητώς».
3. Χορήγηση εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών στους αμειβόμενους κατ’ αποκοπήν
Με το άρθρο 5 του N. 3227/2004 «Μέτρα για την αντιμετώπιση της ανεργίας και άλλες διατάξεις» (ΦEK 31/A/9.2.2004) ορίζεται ότι: «Στους εργαζόμενους που, με βάση συμφωνία με τον εργοδότη αμείβονται με ενιαίο συνολικό μισθό (κατ’ αποκοπήν μισθός), ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγεί σημείωμα στο οποίο να αναφέρονται ο ενιαίος συνολικός μισθός που έχει συμφωνηθεί και οι επ’ αυτού κρατήσεις, καθώς και αναλυτικά οι αποδοχές τις οποίες θα εδικαιούντο να λάβουν εάν αμείβονταν με βάση κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση και οι επί των ανωτέρω αποδοχών κρατήσεις...».
Σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να χορηγεί αναλυτικό εκκαθαριστικό σημείωμα στους εργαζομένους, στο οποίο θα αναφέρονται: α) ο συμφωνηθείς μισθός, ακόμα και όταν υπερβαίνει το μισθό που προβλέπεται από την οικεία συλλογική ρύθμιση, και οι επ’ αυτού κρατήσεις, αλλά και β) οι αποδοχές τις οποίες θα εδικαιούντο να λάβουν αν αμείβονταν με βάση την οικεία συλλογική σύμβαση, και οι επ’ αυτών κρατήσεις (Έγγραφο Υπουργείου Εργασίας, Κοιν. Ασφάλισης και Πρόνοιας 7285/157/4-4-2014).
Η εν λόγω νομοθετική ρύθμιση κρίθηκε επιβεβλημένη με δεδομένο ότι υπήρχαν κατά το παρελθόν προβλήματα ερμηνείας και ορθής εφαρμογής των διατάξεων σχετικά με την υποχρέωση η μη χορήγησης αναλυτικού εκκαθαριστικού σημειώματος μισθοδοσίας ειδικά για τους εργαζόμενους , που ελάμβαναν ενιαίο συνολικό μισθό δηλαδή «μισθό-πακέτο», κατ’ αποκοπή με αποτέλεσμα κάποιοι εργοδότες στηριζόμενοι στο ασαφές μέχρι τότε νομοθετικό πλαίσιο να αποφεύγουν να αναγράφουν αναλυτικά τις πάσης φύσεως αποδοχές , παρέχοντας «εκκαθαριστικά» στα οποία αναφέρονταν μόνο ο συνολικός μισθός και οι αναλογούσες σ’ αυτόν κρατήσεις. Το κενό αυτό ήρθε να καλύψει το άρθρο 5 του Ν. 3227/2004.
4. Αναλυτική αναγραφή στο εκκαθαριστικό σημείωμα των πρόσθετων αποδοχών για υπερεργασία , υπερωρία, εργασία τις Κυριακές , τη νύχτα, εκτός έδρας κλπ
O εργοδότης, κατά την πληρωμή του μισθού και τη χορήγηση του εκκαθαριστικού σημειώματος , έχει το δικαίωμα να αξιώσει από τον εργαζόμενο να υπογράψει εξοφλητική απόδειξη . Η εν λόγω απόδειξη πρέπει να είναι αναλυτική, να αναφέρει δηλαδή τα επιμέρους ποσά που απαρτίζουν τις καταβληθείσες αποδοχές του εργαζομένου, καθώς επίσης και τις αιτίες καταβολής τους. Αντιθέτως, η εξοφλητική απόδειξη που δεν είναι αναλυτική, δεν καθορίζει δηλαδή τις οφειλόμενες και τις τελικά καταβληθείσες αποδοχές του εργαζομένου, είναι αόριστη και δεν λαμβάνεται υπόψη από το δικαστήριο. Κατά συνέπεια όταν στα εκκαθαριστικά σημειώματα της μισθοδοσίας αναγράφεται μόνο το συνολικό ποσό που καταβάλλεται κάθε μήνα συλλήβδην για “εκτός έδρας, Κυριακές, γιορτές, υπερωρίες και νυχτερινή εργασία ”, χωρίς να διαλαμβάνονται τα επί μέρους ποσά που καταβλήθηκαν για κάθε αιτία χωριστά, ειδικότερα δε τα συγκεκριμένα ποσά που καταβλήθηκαν για υπερεργασία και για υπερωριακή απασχόληση, ώστε με τον τρόπο αυτό να είναι εφικτός ο δικαστικός έλεγχος και από τις αποδείξεις αυτές καθώς από κανένα άλλο πειστικό στοιχείο δεν προκύπτει η εξόφληση των απαιτήσεων του εργαζομένου για τις παραπάνω αιτίες τα εκκαθαριστικά σημειώματα της μισθοδοσίας νοούνται εν προκειμένω ως αόριστα και μη αποδεικνύοντα την καταβολή στο μισθωτό των πρόσθετων αυτών αποδοχών με αποτέλεσμα να μη λαμβάνονται υπόψη από το δικαστήριο . Συνεπώς μια αόριστη έγγραφη δήλωση του εργαζόμενου στην οποία αναφέρεται ότι του έχει καταβληθεί το σύνολο των μισθολογικών του απαιτήσεων από τον εργοδότη και ότι δεν διατηρεί καμία άλλη αξίωση έναντι αυτού, που όμως δεν αναφέρει συγκεκριμένα ανάλυση του ποσού καταβολής για κάθε αιτία, δεν μπορεί να θεωρηθεί αποδεικτικό εξόφλησης έστω και αν γίνεται απλή αναφορά του εν λόγω ποσού.
Αλλά και σε μια τέτοια περίπτωση δεν αποκλείεται στον εργοδότη η δυνατότητα να αποδείξει ένσταση εξοφλήσεως των αποδοχών του εργαζομένου με άλλα αποδεικτικά μέσα, εφόσον μάλιστα στη διαδικασία των εργατικών διαφορών επιτρέπονται και αποδεικτικά μέσα που δεν πληρούν τους όρους του νόμου (Άρειος Πάγος 24/2000).
5. Ηλεκτρονική μορφή μηνιαίου Εκκαθαριστικού Σημειώματος
Σύμφωνα με το άρθρο 5 του Ν.3227/2004 (ΦΕΚ 31/Α/9.2.2004) ορίζεται ότι : «στους εργαζόμενους που, με βάση συμφωνία με τον εργοδότη αμείβονται με ενιαίο συνολικό μισθό (κατ’ αποκοπήν μισθός), ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγεί σημείωμα στο οποίο να αναφέρονται ο ενιαίος συνολικός μισθός που έχει συμφωνηθεί και οι επ’ αυτού κρατήσεις, καθώς και αναλυτικά οι αποδοχές τις οποίες θα εδικαιούντο να λάβουν εάν αμείβονταν με βάση κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση και οι επί των ανωτέρω αποδοχών κρατήσεις». Σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να χορηγεί εξοφλητικό σημείωμα στους εργαζόμενους στο οποίο θα αναφέρονται ο συμφωνημένος μισθός, ακόμα και όταν υπερβαίνει το μισθό που προβλέπεται από την οικεία ρύθμιση, και οι επ’ αυτού κρατήσεις αλλά και οι αποδοχές τις οποίες θα εδικαιούντο να λάβουν εάν αμείβονταν με βάση την οικεία συλλογική σύμβαση και οι επ’ αυτών κρατήσεις. Κατόπιν των ανωτέρω, επισημαίνονται τα κάτωθι:
Α) Από τη γραμματική διατύπωση της ανωτέρω διάταξης προκύπτει υποχρέωση του εργοδότη να χορηγεί στους εργαζόμενους εκκαθαριστικά σημειώματα, δεν προκύπτει όμως υποχρέωση ύπαρξης υπογραφής τους επ’ αυτών.
Β) Η χορήγηση του εκκαθαριστικού σημειώματος, σύμφωνα με τα ανωτέρω εκτεθέντα, κατά την άποψη της Διεύθυνσης Όρων Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας, μπορεί να πραγματοποιείται και μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail) στην προσωπική διεύθυνση του κάθε εργαζόμενου. (Έγγραφο Υπουργείου Εργασίας 31637/2010)
6. Ο έλεγχος της Επιθεώρησης Εργασίας. Κυρώσεις σε παραβάτες εργοδότες
Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), στο πλαίσιο της αποστολής του, διενεργεί επιτόπιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις των επιχειρήσεων, με σκοπό την επίβλεψη και τον έλεγχο της εφαρμογής των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας, την παροχή συμβουλών και υποδείξεων προς τους εργοδότες και τους εργαζόμενους σχετικά με την ορθολογική και σύννομη τήρηση και εφαρμογή των κείμενων νόμων και την επιβολή κυρώσεων ή ακόμη και δίωξης στους παραβάτες εργοδότες.
Επισημαίνεται ότι τα ελεγκτικά όργανα του ΣΕΠΕ, εκτός των άλλων, ζητούν από τους υπεύθυνους προσωπικού των επιχειρήσεων, κατά το στάδιο του ελέγχου, τα αντίγραφα των εκκαθαριστικών σημειωμάτων μισθοδοσίας και, όπου διαπιστώνουν ότι δεν απεικονίζεται αναλυτικά ο μικτός μισθός ή το ημερομίσθιο των εργαζομένων σε βασικό μισθό, επίδομα τριετιών, γάμου, υπερωριακή αμοιβή κ.λπ., επιβάλλουν τις προβλεπόμενες κυρώσεις στους παραβάτες εργοδότες. Κρίνεται συνεπώς επιβεβλημένο οι υπεύθυνοι μισθοδοσίας να προβαίνουν στα εκκαθαριστικά σημειώματα της μισθοδοσίας σε λεπτομερή ανάλυση των πάσης φύσεως αμοιβών, επιδομάτων κλπ που δικαιούνται οι μισθωτοί.
Η μη επίδειξη εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών προσωπικού για το τελευταίο τουλάχιστον τρίμηνο λογίζεται ως γενική παράβαση, κατά δέσμια αρμοδιότητα, χωρίς προηγούμενη πρόσκληση του για παροχή εξηγήσεων, χαρακτηριζόμενη ως σημαντική.
Η παράλειψη έκδοσης των εκκαθαριστικών σημειωμάτων μισθοδοσίας επιφέρει διοικητικές κυρώσεις για τον εργοδότη και σε περίπτωση ελέγχου του ΣΕΠΕ και μη επίδειξης των εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών του προσωπικού για το τελευταίο τουλάχιστον τρίμηνο, μπορεί να επιβληθεί πρόστιμο από €300 έως €50.000 (άρθρο 24 παρ. 1α και 4β Ν. 3996/2011).
Ειδικότερα στο πλαίσιο της κατηγοριοποίησης των παραβάσεων και του καθορισμού του ύψους των προστίμων που επιβάλλονται από τους Επιθεωρητές Εργασίας του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) σύμφωνα με την Υπουργική απόφαση αριθμ. 80016 (ΦΕΚ Β’ 4629/1.9.2022) η μη χορήγηση αναλυτικών εκκαθαριστικών σημειωμάτων αποδοχών λογίζεται ως γενική παράβαση χαρακτηριζόμενη υψηλή και επισύρει πρόστιμο από 1.000,00 € έως 4.000,00 € ανάλογα με τον αριθμό απασχολούμενου προσωπικού στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας.
Για την επιβολή των κυρώσεων αυτών, συντάσσεται και επιδίδεται επί τόπου Δελτίο Ελέγχου, με το οποίο βεβαιώνεται το είδος της παράβασης, και συντάσσεται και επιδίδεται άμεσα, και όχι αργότερα από 5 ημέρες από το Δελτίου Ελέγχου, Πράξη Επιβολής Προστίμου, με την οποία προσδιορίζεται, το ύψος του προστίμου. Το πρόστιμο καταβάλλεται στην αρμοδία Δ.Ο.Υ. και εισπράττεται ως δημόσιο έσοδο, μέσα σε προθεσμία 10 εργασίμων ημερών από την ημερομηνία επίδοσης της Πράξης Επιβολής Προστίμου.
Στην περίπτωση εμπρόθεσμης καταβολής του βεβαιωμένου προστίμου από την παραβάτρια επιχείρηση, παρέχεται έκπτωση ποσοστού 30% επί του επιβληθέντος προστίμου διαφορετικά η έκπτωση δεν ισχύει. Στην περίπτωση αυτή, η επιχείρηση υποχρεούται εντός 5 εργασίμων ημερών από την επομένη της καταβολής του προστίμου στη αρμοδία Δ.O.Y. να καταθέσει στην αρμόδια υπηρεσία του ΣΕΠΕ το σχετικό πρωτότυπο διπλότυπο είσπραξης. Δυνατότητα προσφυγής ουσίας ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου μέσα σε 60 ημέρες από την επίδοση της χωρίς αναστολή εκτέλεση ς της πράξης επιβολής προστίμου.
Διευκρινίζεται ότι τα εκκαθαριστικά σημειώματα θα πρέπει να επιδεικνύονται στον τόπο όπου αυτά τηρούνται ( στην έδρα ή το υποκατάστημα της επιχείρησης ή στο παράρτημα ή στο κεντρικό σύστημα διοίκησης ή διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού ή στις οικονομικές υπηρεσίες).
7. Έγγραφη δήλωση εργαζόμενου πως έχει λάβει όλες τις νόμιμες απαιτήσεις του και δεν διατηρεί καμία αξίωση κατά της επιχείρησης
Η δήλωση του εργαζόμενου, κάτω από τις αποδείξεις μισθοδοσίας του, πως έχει λάβει όλες τις νόμιμες απαιτήσεις του και δεν διατηρεί καμία αξίωση κατά της επιχείρησης, ως απόδειξη εξοφλήσεως δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη, για αμοιβές πέρα από τις αναφερόμενες στην κάθε συγκεκριμένη απόδειξη, διότι αφενός δεν αναφέρει ποια ποσά και σε τι αμοιβή ειδικότερα αναφέρεται, αφετέρου, αν θεωρηθεί ως άφεση χρέους, προσκρούει στις διατάξεις των άρθρων 679 ΑΚ, 8 του N., 2112/1920, 5 παρ. 1 του ΑΝ 539/1945, 8 παρ. 4 του ΝΔ 4020/1959 και 14 παρ. 1 του N. 551/1915, από τις οποίες προκύπτει ότι η παραίτηση ή άφεση χρέους του εργαζομένου από τις ελάχιστες νόμιμες μισθολογικές αξιώσεις του είναι άκυρη, αφού οι σχετικές διατάξεις που προστατεύουν το μισθό του εργαζόμενου είναι αναγκαστικού δικαίου. (Εφετείο Πειραιά 208/2009).
8.Εκκαθαριστικά σημειώματα μισθοδοσίας εργαζόμενων που αμείβονται με το νόμιμο νομοθετημένο κατώτατο μισθό
Στο εκκαθαριστικό σημείωμα πρέπει να αναφέρεται ο νόμιμος μισθός δηλαδή εν προκειμένω ο νόμιμος νομοθετημένος κατώτατος μισθός όπως ορίζεται από τις ρυθμίσεις του άρθρου 103 του Ν.4172/2013, το επίδομα προϋπηρεσίας κατ’ ανώτατο όριο :
- μέχρι 3 τριετίες οι υπάλληλοι, από 10% εκάστη ( 3 x 10% = 30%) ,
- μέχρι 6 τριετίες οι εργάτες , από 5 % εκάστη καθώς και οι επ’ αυτού ( του νομίμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού συν το επίδομα προϋπηρεσίας) κρατήσεις .
Στην περίπτωση που ο καταβαλλόμενος μισθός είναι υπέρτερος του νομίμου το ποσό της διαφοράς αυτής καταγράφεται στο εκκαθαριστικό σημείωμα ως επίδομα εξ ελευθεριότητας ή ως οικειοθελής παροχή.
Επισημαίνεται ότι με το άρθρο 33/Ν.5053/26.9.2023, καταργείται η διάταξη περί αναστολής των μισθολογικών ωριμάνσεων (επιδομάτων προϋπηρεσίας).
Ειδικότερα, η προϋπηρεσία του εργαζόμενου που είχε σταματήσει να εξελίσσεται μέχρι τις 14.2.2012, από 1/1/2024 θα εξελίσσεται από το χρονικό διάστημα που είχε σταματήσει.
Για κάθε εργαζόμενο θα λαμβάνεται υπόψη αθροιστικά , προϋπηρεσία διανυθείσα μέχρι τις 14/2/2012, καθώς και από 1/1/2024 και εφεξής.
Το μέτρο αυτό αφορά όσους αμείβονται στα όρια του κατώτατου μισθού, καθώς και όσους αμείβονται με όρους ΣΣΕ που προβλέπει επιδόματα προϋπηρεσίας.
Ευνόητο είναι ότι με την αύξηση των αποδοχών λόγω προσμέτρησης επιδόματος προϋπηρεσίας , υποβάλλεται τροποποιητικός αποδοχών εντός δέκα πέντε ημερών.
9. Χορήγηση αποδοχών υπέρτερων των νομίμων και αποτύπωση τους στο εκκαθαριστικό σημείωμα.
Οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού και οι επ’ αυτών κρατήσεις θα πρέπει να απεικονίζονται αναλυτικά ( υποπαράγραφος ΙΑ.5, εδ.1, Ν.4254/7.4.2014) .
Η εξοφλητική απόδειξη θα πρέπει να είναι αναλυτική, ήτοι να αναφέρει τα επί μέρους ποσά, τα οποία απαρτίζουν τις καταβληθείσες αποδοχές του εργαζομένου, καθώς επίσης και τις αιτίες καταβολής τους. Κατά συνέπεια ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να χορηγεί εκκαθαριστικό σημείωμα στους εργαζόμενους στο οποίο θα αναφέρονται ο συμφωνημένος μισθός, ακόμα και όταν υπερβαίνει το μισθό που προβλέπεται από την οικεία ρύθμιση, και οι επ’ αυτού κρατήσεις αλλά και οι αποδοχές τις οποίες θα εδικαιούντο να λάβουν εάν αμείβονταν με βάση την οικεία συλλογική σύμβαση και οι επ’ αυτών κρατήσεις. Άρα πρέπει να εμφανίζεται στο εκκαθαριστικό σημείωμα το τυχόν χορηγούμενο επίδομα εξ ελευθεριότητας εκτός εάν προκύπτει σαφώς η χορήγησή του. Στην περίπτωση που ο καταβαλλόμενος μισθός είναι υπέρτερος του νομίμου το ποσό της διαφοράς αυτής καταγράφεται στο εκκαθαριστικό σημείωμα ως επίδομα εξ ελευθεριότητας ή ως οικειοθελής παροχή.
Αν με την ατομική σύμβαση εργασίας συμφωνήθηκε μισθός μεγαλύτερος από εκείνον που προκύπτει από το άθροισμα του βασικού μισθού και των κάθε φύσεως επιδομάτων, που προβλέπονται από τη συλλογική σύμβαση εργασίας ή διαιτητική απόφαση και έχει περιληφθεί όρος ότι κάθε άλλη παροχή θα καλύπτεται από τις καταβαλλόμενες πέραν των νομίμων αποδοχές, ο όρος αυτός είναι ισχυρός και ο μισθωτός δεν δικαιούται πέραν από το μισθό που συμφωνήθηκε, άλλο επίδομα, γιατί αυτό υπερκαλύπτεται από τις αποδοχές που συμφωνήθηκαν. Αυτό ισχύει όχι μόνο για επιδόματα που υπήρχαν, κατά το χρόνο της ατομικής σύμβασης, αλλά και τα μελλοντικά, δηλαδή εκείνα, που θεσπίσθηκαν μετά την κατάρτιση της συμβάσεως στην οποία προβλέφθηκε με ειδικό όρο ο καταλογισμός τους στον υπέρτερο μισθό, που συμφωνήθηκε για την περίπτωση μελλοντικής καθιερώσεως τους. Το κύρος δε της ατομικής αυτής συμφωνίας, εφ’ όσον δεν θίγονται τα ελάχιστα όρια αποδοχών που έχουν θεσπισθεί με τη συλλογική σύμβαση ή διαιτητική απόφαση, δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση ( ΑΠ 1458/84). Περαιτέρω αν ο μισθός της ατομικής συμβάσεως είναι ανώτερος από το μισθό της ΣΣΕ και στη συνέχεια ακολουθήσει νέα ΣΣΕ, που αυξάνει το μισθό της προηγούμενης ΣΣΕ, τότε εφ’ όσον ο συμβατικός μισθός καλύπτει την αύξηση της νέας ΣΣΕ, δεν αυξάνονται οι αποδοχές του μισθωτού (Εφετείο Αθηνών 2139/1996).
Περαιτέρω, επιτρέπεται μετά από προηγούμενη συμφωνία των μερών ο συμψηφισμός (καταλογισμός) στις υπέρτερες των νομίμων καταβαλλόμενες αποδοχές, των αξιώσεων του μισθωτού:
- για αμοιβή λόγω παροχής υπερεργασίας,
- για προσαύξηση αμοιβής λόγω εργασίας κατά τις Κυριακές ή κατά τη νύκτα και εξαιρέσιμες εορτές (Άρειος Πάγος 220/2007, Mονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών 3714/2014).
Συνεπώς , είναι καθ’ όλα σύννομο το πλαίσιο αυτό συμψηφισμού , στην περίπτωση που:
- υπάρχει σχετικός όρος στην ατομική σύμβαση εργασίας ενός μισθωτού για δυνατότητα συμψηφισμού στις υπέρτερες των νομίμων καταβαλλόμενες αποδοχές, των αξιώσεων του μισθωτού για προσαύξηση αμοιβής λόγω εργασίας κατά τις Κυριακές ή κατά τη νύκτα και εξαιρέσιμες εορτές κλπ
- στο εκκαθαριστικό σημείωμα της μισθοδοσίας γίνεται αναλυτική καταγραφή των οφειλόμενων αποδοχών , συμπεριλαμβανομένων και των προσαυξήσεων που αφορούν νυχτερινή , κυριακάτικη εργασία
- στο αναλυτικό εκκαθαριστικό μισθοδοσίας προκύπτει ότι οι καταβαλλόμενες αποδοχές είναι τουλάχιστον ίσες ή και μεγαλύτερες των οφειλομένων νομίμων αποδοχών.
10. Υποχρεώσεις εργοδοτών
Ο εργοδότης υποχρεούται :
- να καταβάλλει τις αποδοχές των εργαζομένων αποκλειστικά στους τραπεζικούς τους λογαριασμούς, αναγράφοντας την αιτιολογία και το χρονικό διάστημα που αφορά η κάθε καταβολή. Η καταβολή των αποδοχών γίνεται με οποιονδήποτε τρόπο, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής ή πάροχων υπηρεσιών πληρωμών (άρθρο 38 του Ν.4387/2016, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 51 του Ν.4611/2019).
- να χορηγεί κατά την εξόφληση των αποδοχών του προσωπικού, εκκαθαριστικό σημείωμα, ή σε περίπτωση εφαρμογής μηχανογραφικού συστήματος, ανάλυση μισθοδοσίας. Οι πάσης φύσεως αποδοχές του προσωπικού και οι επ’ αυτών κρατήσεις θα πρέπει να απεικονίζονται αναλυτικά (παρ. 1 της υποπαρ. ΙΑ.5 του Ν.4254/2014).
- Στους εργαζόμενους που με βάση συμφωνία αμείβονται με ενιαίο συνολικό μισθό (κατ΄ αποκοπήν μισθός), ο εργοδότης υποχρεούται να χορηγεί σημείωμα στο οποίο να αναφέρονται ο ενιαίος συνολικός μισθός που έχει συμφωνηθεί και οι επ’ αυτού κρατήσεις, καθώς και αναλυτικά οι αποδοχές τις οποίες θα εδικαιούντο να λάβουν εάν αμείβονταν με βάση κλαδική ή επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση και οι επί των ανωτέρω αποδοχών κρατήσεις (άρθρο 5 του Ν.3227/2004).
- να τηρεί στο χώρο εργασίας (όπου αυτά τηρούνται, έδρα ή υποκατάστημα, ή χωριστές εγκαταστάσεις, ή κεντρικό σύστημα διοίκησης, ή διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού κλπ.) και να επιδεικνύει ανά πάσα στιγμή στους Επιθεωρητές Εργασίας τα εκκαθαριστικά σημειώματα αποδοχών του προσωπικού για το τελευταίο τουλάχιστον τρίμηνο (παρ. 6 του άρθρου 24 του Ν.3996/2011 σε συνδυασμό με την 80016 ΥΑ, όπως ισχύει).
11. Χρόνος διατήρησης εκκαθαριστικών σημειωμάτων
νομοθέτης δεν έχει ορίσει ακριβή χρόνο τήρησης των εκκαθαριστικών σημειωμάτων μισθοδοσίας. Όμως πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν εν προκειμένω ότι οι αξιώσεις των μισθωτών για την καταβολή μισθών και αμοιβών κάθε είδους, υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 ΑΚ, η οποία αρχίζει μόλις λήξει το έτος μέσα στο οποίο γεννήθηκαν οι αξιώσεις και ήταν δυνατή η δικαστική τους επιδίωξη.
Επιπρόσθετα , το δικαίωμα του ΕΦΚΑ -τέως ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για τη βεβαίωση σε ευρεία έννοια όλων των χρηματικών απαιτήσεων του, καθώς και των απαιτήσεων των φορέων, κλάδων ή λογαριασμών των Οργανισμών κοινωνικής πολιτικής των οποίων τις εισφορές συνεισπράττει το τέως ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, υπόκειται πλέον σε εικοσαετή παραγραφή, η οποία αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου έτους από εκείνο μέσα στο οποίο παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία (άρθρο 95, Ν.4387/2016).
Αν και από τις κείμενες διατάξεις δεν γίνεται ευθεία αναφορά στο χρόνο διατήρησης των εκκαθαριστικών σημειωμάτων μισθοδοσίας , κρίνεται σκόπιμο για τη διευκόλυνση του ουσιαστικού ελέγχου των ελεγκτικών οργάνων του τέως ΙΚΑ, αυτά να διατηρούνται επί δεκαετία.
Επιπρόσθετα , το δικαίωμα του τέως ΙΚΑ-ΕΦΚΑ για τη βεβαίωση σε ευρεία έννοια όλων των χρηματικών απαιτήσεων του, καθώς και των απαιτήσεων των φορέων, κλάδων ή λογαριασμών των Οργανισμών κοινωνικής πολιτικής των οποίων τις εισφορές συνεισπράττει το τέως ΙΚΑ-ΕΦΚΑ , υπόκειται πλέον δεκαετή παραγραφή, η οποία αρχίζει από την πρώτη ημέρα του επόμενου έτους από εκείνο μέσα στο οποίο παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία.
Αν και από τις κείμενες διατάξεις δεν γίνεται ευθεία αναφορά στο χρόνο διατήρησης των εκκαθαριστικών σημειωμάτων μισθοδοσίας , κρίνεται σκόπιμο για τη διευκόλυνση του ουσιαστικού ελέγχου των ελεγκτικών οργάνων του τέως ΙΚΑ- ΕΦΚΑ , αυτά να διατηρούνται επί δεκαετία. Άλλωστε τα στοιχεία της ηλεκτρονικής κάρτας εργασίας διατηρούνται επί 10ετία.
Εξάλλου η μη τήρηση για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ετών των στοιχείων του συστήματος μέτρησης του χρόνου εργασίας, εφόσον παρεμποδίζεται ο έλεγχος και η επαλήθευση οικονομικών απαιτήσεων εργαζομένου σε εν γένει εργατική διαφορά, επισύρει πρόστιμο 4.000,00 € ανά θιγόμενο εργαζόμενο.
12. Υποχρεωτική καταβολή αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, μέσω τραπεζικού λογαριασμού.
Με την κοινή υπουργική απόφαση (Υπουργοί Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης & Κοινωνικής Αλληλεγγύης– Οικονομικών ) Αριθμ. οικ. 22528/430/18.5.2017 καθιερώνεται η υποχρεωτική καταβολή από τους εργοδότες των αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, μέσω τραπεζικού λογαριασμού (ΦΕΚ Αρ. Φύλλου 1721/18.7.2018).
Ειδικότερα, στο άρθρο 1 της ανωτέρω ΚΥΑ ορίζεται ότι «Καθιερώνεται εφεξής η υποχρεωτική καταβολή από τους εργοδότες των αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα αποκλειστικά στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών.»
Στο άρθρο 2 αυτής ορίζεται ότι « Στον εργοδότη που παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 1 επιβάλλονται κυρώσεις από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, σύμφωνα με τα άρθρα 23 και 24 του ν. 3996/2011 (Α΄ 170)».
Ως ημερομηνία έναρξης ισχύος της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης (ΚΥΑ) , σύμφωνα με το άρθρο 3, ορίζεται η 1.6.2017.
Αξίζει να επισημανθεί ότι η μη καταβολή δεδουλευμένων αποδοχών μέσω τραπεζικού λογαριασμού , καθώς και η μη καταβολή αποζημίωσης απόλυσης μέσω λογαριασμού πληρωμών , λογίζονται ως γενικές παραβάσεις , χαρακτηριζόμενες υψηλές και επισύρουν πρόστιμο από 1.000,00 € έως 4.000,00 € ανάλογα με τον αριθμό απασχολούμενου προσωπικού στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας.
13. Έκπτωση δαπανών μισθοδοσίας με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής
Με την ΠΟΛ 1061/12.4.2017 της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) γίνεται Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 72 του ν.4446/2016 που αφορούν στην έκπτωση δαπανών μισθοδοσίας με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
Ειδικότερα στην εν λόγω ΠΟΛ ορίζονται τα εξής:
«1. Με τις διατάξεις του άρθρου 72 του Ν.4446/2016 προστίθεται νέα περίπτωση ιδ’ στον κατάλογο των μη εκπιπτόμενων επιχειρηματικών δαπανών του άρθρου 23 του ν.4172/2013. Συγκεκριμένα, τίθεται περιορισμός στην έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013, ανεξαρτήτως ποσού, όταν η τμηματική ή ολική εξόφληση αυτών δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
2. Ως «ηλεκτρονικό μέσο πληρωμής», για την εφαρμογή των κοινοποιούμενων διατάξεων, νοείται κάθε μέσο πληρωμής, κατά την έννοια της περ. ιδ’ του άρθρου 62 του νόμου αυτού, που απαιτεί τη μεσολάβηση ενός τηλεπικοινωνιακού ή ηλεκτρονικού δικτύου, όπως π.χ. η μεταφορά χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών («e-banking»), καρτών, το «ηλεκτρονικό πορτοφόλι», κ.λπ., ενώ η έννοια του «παρόχου υπηρεσιών πληρωμών» ορίζεται με τις διατάξεις της περ. δ’ του άρθρου 62 του ν.4446/2016 και είναι ευρύτερη από αυτή της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν.3862/2010. Επομένως, στους παρόχους υπηρεσιών πληρωμών περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα πιστωτικά ιδρύματα, τα γραφεία ταχυδρομικών επιταγών και τα ιδρύματα πληρωμών, ανεξάρτητα αν έχουν την έδρα τους στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή (Ε.Ε., τρίτες χώρες).
3. Κατόπιν των ανωτέρω, πέραν της μεταφοράς χρημάτων μέσω ειδικών διαδικτυακών εφαρμογών και της χρήσης χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών, ως κατάλληλα μέσα πληρωμής για την έκπτωση των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης νοούνται ενδεικτικά και τα ακόλουθα:
- Η κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό του μισθωτού, έστω και αν υπάρχουν περισσότεροι συνδικαιούχοι, είτε με μετρητά είτε με μεταφορά μεταξύ λογαριασμών (έμβασμα),
- Η χρήση ταχυδρομικής επιταγής – ταχυπληρωμής ή η κατάθεση σε λογαριασμό πληρωμών των Ελληνικών Ταχυδρομείων,
- Η χρήση τραπεζικής επιταγής,
- Η έκδοση επιταγής σε διαταγή του μισθωτού.
4. Κατά ρητή διατύπωση των σχετικών διατάξεων, σε περίπτωση που μέρος των δαπανών που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης δεν εξοφληθεί με κάποιο από τα μέσα που παρατίθενται πιο πάνω, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση το σύνολο της δαπάνης. Εξαίρεση αποτελεί η περίπτωση κατά την οποία μέρος του μισθού παρακρατείται από τον εργοδότη με σκοπό την εξόφληση υποχρεώσεών του (π.χ. δάνειο που του έχει χορηγήσει ο εργοδότης) ή την εκτέλεση κατάσχεσης απαίτησης εις χείρας τρίτου (π.χ. οφειλές του εργαζόμενου προς το Δημόσιο), οπότε η σχετική δαπάνη εκπίπτει στο σύνολό της όταν το εναπομείναν ποσό έχει εξοφληθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών.
5. Επισημαίνεται ότι οι κοινοποιούμενες διατάξεις καταλαμβάνουν όλες τις περιπτώσεις δαπανών που καταβάλλονται δυνάμει εργασιακής σχέσης, όπως αυτή ορίζεται με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν.4172/2013. Επομένως, η έκπτωση των δαπανών αναφορικά με τη λήψη υπηρεσιών, βάσει έγγραφων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών ή συμβάσεων έργου, από πρόσωπα που δεν αποκτούν την εμπορική ιδιότητα, που προσδίδουν την έννοια της εργασιακής σχέσης ή από δικηγόρους βάσει πάγιας αντιμισθίας, κ.λπ. εξετάζονται υπό το πρίσμα της νέας περίπτωσης ιδ’ του άρθρου 23 του ν.4172/2013 και όχι με βάση την περ. β’ του άρθρου αυτού. Εξαίρεση από τα ανωτέρω αποτελούν οι παροχές σε είδος που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις προς τους εργαζομένους τους οι οποίες εξακολουθούν να εκπίπτουν με τον περιορισμό που θέτουν οι διατάξεις της περ. β’ του άρθρου 23 του ν.4172/2013 καθώς και οι δαπάνες που εξαιρούνται από τον υπολογισμό του εισοδήματος των δικαιούχων από μισθωτή εργασία και συντάξεις με βάση τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 14 του νόμου αυτού. Αντίθετα, οι αμοιβές για μισθωτή εργασία και η πάγια αντιμισθία που χορηγούνται σε ανάπηρους με ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον ογδόντα τοις εκατό (80%), οι οποίες απαλλάσσονται από τον φόρο με βάση τις διατάξεις της περ. ε’ της παρ. 2 του άρθρου 14 του ν.4172/2013, εκπίπτουν με τις προϋποθέσεις των κοινοποιούμενων διατάξεων.
6. Δεδομένου ότι οι εν λόγω διατάξεις ρυθμίζουν ζήτημα έκπτωσης δαπανών, η εφαρμογή τους καταλαμβάνει τις δαπάνες εκείνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης μετά τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (22.12.2016) και επομένως, εφαρμόζονται για δαπάνες μισθοδοσίας του μηνός Ιανουαρίου 2017 και μετά. Εξαιρετικά, για τις αμοιβές που αφορούν τον μήνα Ιανουάριο 2017 και λόγω της πρώτης εφαρμογής των υπόψη διατάξεων, τυχόν προκαταβολές που έχουν καταβληθεί πριν τη δημοσίευση του νόμου θα αναγνωρίζονται προς έκπτωση ανεξαρτήτως του τρόπου εξόφλησής τους. Επισημαίνεται ότι οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί εντός του φορολογικού έτους αλλά δεν έχουν εξοφληθεί στο έτος αυτό, κρίνονται οριστικά, ως προς την εκπεσιμότητά τους, στο φορολογικό έτος που θα λάβει χώρα η εξόφληση αυτών. Στην περίπτωση που στο έτος εξόφλησης των δαπανών διαπιστωθεί ότι οι δαπάνες αυτές εξοφλήθηκαν χωρίς να γίνει χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής ή διαμεσολάβηση παρόχου υπηρεσιών πληρωμών (π.χ. με μετρητά), η επιχείρηση υποχρεούται να υποβάλλει τροποποιητική δήλωση του φορολογικού έτους που αφορά η δαπάνη, προσθέτοντας τα ποσά αυτών των δαπανών ως θετική λογιστική διαφορά».
Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 72, του Ν. 4446/ 2016 (ΦΕΚ 240 / Α / 22.2.2016), νοούνται ως μη εκπίπτουσες επιχειρηματικές δαπάνες « Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο εργασιακής σχέσης όπως αυτή ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 12 του Ν. 4172/13, εφόσον η τμηματική η ολική εξόφληση δεν έχει πραγματοποιηθεί με τη χρήση ηλεκτρονικού μέσου πληρωμής η μέσω παρόχου υπηρεσιών πληρωμών». Οι αποδοχές του προσωρινά απασχολούμενου[του παρέχοντος εργασία με τη μορφή της προσωρινής απασχόλησης με σύμβαση εργασίας που καταρτίζεται μεταξύ της εταιρείας προσωρινής απασχόλησης Ε.Π.Α. που λογίζεται ως άμεσος εργοδότης και του μισθωτού ], καταβάλλονται σε τραπεζικό λογαριασμό που αυτός έχει υποδείξει (Άρθρο 124 παρ.4β, Ν.4052/2012).
14. Ξεχωριστή καταβολή κάθε μισθολογικής περιόδου στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων μισθωτών με αναγραφή αιτιολογίας
Στην ΥΑ Αριθμ. 26034/695 ΦΕΚ Β/ 2362/18.6.2019 με τίτλο «Υποχρεωτική καταβολή από τους εργοδότες των αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και της αποζημίωσης απόλυσης αυτών, μέσω λογαριασμού πληρωμών» και ειδικότερα στο άρθρο 1 παρ.1 αυτής, ορίζεται ότι ΅«Οι εργοδότες καταβάλλουν τις αποδοχές των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και την αποζημίωση απόλυσής τους, αποκλειστικά σε λογαριασμούς πληρωμών των δικαιούχων μισθωτών, αναφέροντας για κάθε καταβολή την αιτιολογία και το χρονικό διάστημα που αφορά».
Με βάση την ανωτέρω διάταξη, αν ένας εργαζόμενος απολυθεί, για τις δικαιούμενες :
- Αποδοχές του μήνα
- Αποζημίωσης αδείας
- Αποδοχών αδείας
- Δώρων εορτών
- Αποζημίωσης Απόλυσης
θα πρέπει να γίνει αναλυτική καταγραφή αναφέροντας προς τούτο για κάθε καταβολή την αιτιολογία και το χρονικό διάστημα που αφορά.
Η μη αναγραφή αιτιολογίας και του χρονικού διαστήματος που αφορά για κάθε καταβολή που λαμβάνει χώρα σε λογαριασμό πληρωμών και αφορά οφειλόμενες αποδοχές ή αποζημίωση απόλυσης λογίζεται ως γενική παράβαση χαρακτηριζόμενη ως σημαντική (ΥΑ Αριθμ. 80016 ΦΕΚ Β 4629/1.9.2022) Για παραβάσεις σημαντικές , σε επιχείρηση που απασχολεί προσωπικό στον ελεγχόμενο τόπο εργασίας το πρόστιμο ορίζεται ως εξής :
- από 1 έως 10 άτομα : Πρόστιμο 500,00 €
- από 11 έως 20 άτομα : Πρόστιμο 800,00 €
- από 21 έως 50 άτομα : Πρόστιμο 1.500,00 €
- από 51 έως 150 άτομα : Πρόστιμο 2.000,00 €
- από 151 έως 250 άτομα : Πρόστιμο 2.500,00 €
- από 251 και άνω άτομα : Πρόστιμο 3.000,00 €
Πέτρος Ραπανάκης
Οικονομολόγος πτυχιούχος Πανεπιστημίου Πειραιά - Σύμβουλος επιχειρήσεων σε θέματα εργατικής νομοθεσίας & ανθρώπινου δυναμικού , Συγγραφέας